Δάσος
Τα δάση είναι μεγάλες εκτάσεις που καλύπτονται από δέντρα, άγρια φυτά και θάμνους. Τα τροπικά δάση βρίσκονται στη ζώνη του Ισημερινού. Σε αυτό το ζεστό και υγρό κλίμα ευδοκιμούν πολλά είδη δέντρων και φυτών, τα οποία αναπτύσσονται γρήγορα (ζούγκλα).Στις ψυχρές χώρες του Βορρά βρίσκονται δάση ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ, τα οποία αποτελούνται συνήθως από ένα είδος δέντρου (ελατοδάση ή πευκοδάση). Στις περιοχές με εύκρατο κλίμα, όπως στην Ευρώπη και στις βόρειες περιοχές της Αφρικής, υπάρχουν δάση φυλλοβόλων με βελανιδιές, οξιές κ.ά. Τα περισσότερα δάση της Αυστραλίας αποτελούνται κυρίως από ευκαλύπτους.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν σήμερα πολλά δάση. Παρά την αυστηρή νομοθεσία, τα λίγα δάση που έχουν απομείνει καταστρέφονται από πυρκαγιές, εκχερσώσεις καθώς και από κοπάδια κατσικιών, που τρώνε τις τρυφερές άκρες των βλαστών των δέντρων και δεν τα αφήνουν να μεγαλώσουν. Τα δέντρα των ελληνικών δασών είναι το έλατο, το πεύκο, η βελανιδιά, το κυπαρίσσι, η οξιά, ο πλάτανος, ο σκίνος κ.ά.
Τα δάση είναι πηγή ζωής για τον άνθρωπο. Συγκρατούν τα νερά της βροχής και εμποδίζουν το σχηματισμό χειμάρρων. Οι υδρατμοί, που προέρχονται από το νερό που εξατμίζεται με τη διαπνοή των φύλλων, προκαλούν βροχοπτώσεις. Επίσης, τα δάση εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα με οξυγόνο και συγκρατούν το βλαβερό για τον άνθρωπο διοξείδιο του άνθρακα. Στα δάση ζουν πολλά είδη φυτοφάγων και σαρκοφάγων ζώων. Από τα δάση παίρνουμε τη ξυλεία, που χρησιμοποιείται σε πολλές κατασκευές, ως καύσιμη ύλη, για την παραγωγή χαρτιού κ.τ.λ.
Δάσος και οξυγόνο (Ο2)
Το οξυγόνο που χρειάζεται για την αναπνοή των φυτών και των ζώων του δάσους υπάρχει σε περίσσεια στον ατμοσφαιρικό αέρα με μια συγκέντρωση 21% περίπου. Έλλειψη οξυγόνου παρατηρείται μόνο σε εδάφη με κακό εξαερισμό ή στα εδάφη που κατακλύζονται από νερά.
Η ποσότητα οξυγόνου που καταναλίσκεται για την αναπνοή των φυτών είναι σχετικά ασήμαντη σε σχέση με την ποσότητα οξυγόνου που αποδίδεται με τη φωτοσύνθεση.
Για κάθε παραγωγή 1.000 γρ. σακχάρου εκλύονται 1.070 γρ. οξυγόνου. Έτσι ένα δάσος μέσης παραγωγικότητας παράγει γύρω στους 4 τόνους οξυγόνου το χρόνου και το εκτάριο. Αν από αυτό αφαιρέσουμε την κατανάλωση οξυγόνου για τις ανάγκες του ίδιου του οικοσυστήματος μένει μια καθαρή παραγωγή από 2,5 τόνους ανά εκτάριο ή 250 γρ. ανά m2. Αν υπολογίσει κανείς ότι ο άνθρωπος καταναλίσκει 250 Kg οξυγόνου το χρόνο, τότε ένα εκτάριο δάσους εξασφαλίζει την αναπνοή σε δέκα κατοίκους. Οξυγόνο όμως δεν καταναλίσκουν μόνο οι άνθρωποι αλλά και τα ζώα και τα ορυκτά για την οξείδωση τους αλλά κυρίως καταναλίσκεται για την καύση των υγρών ή στερεών καυσίμων που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για την ανάπτυξη της οικονομίας. Το 1970 η κατανάλωση οξυγόνου για τεχνολογικούς σκοπούς ανήλθε σε 55 δισεκατομμύρια τόνους από τους οποίους 23,7 δισεκατομμύρια κατανάλωσε η βιομηχανία χάλυβα. Η κατανάλωση οξυγόνου αυξάνει με ρυθμούς ιλιγγιώδεις. Μεταξύ 1970 και 1975 αυξήθηκε 2,6 φορές. Τα μέσα μεταφοράς, βασισμένα σε μηχανές εσωτερικής καύσης, καταναλίσκουν τεράστιες ποσότητες οξυγόνου. Η συνολική ετήσια κατανάλωση οξυγόνου για τεχνολογική χρήση υπολογίζεται σε 2.10 τόνους οξυγόνου ενώ η παραγωγή ανέρχεται σε 3,2 1011 τόνους. Από την παραγωγή αυτή το μεγαλύτερο μέρος από τα χερσαία οικοσυστήματα προέρχεται από τα δάση. Η παραγωγή του δάσους σε οξυγόνο είναι σχεδόν δεκαπλάσια από οποιοδήποτε άλλο χερσαίο οικοσύστημα. Βέβαια μπροστά στα αποθέματα της ατμόσφαιρας που ανέρχονται σε 1.233 1012 τόνους οξυγόνου ή 2,5 τόνους ανά τ.μ η παραγωγή των δασών με 250 gr. ανά τ.μ είναι ελάχιστη. Συμβάλλει όμως αποφασιστικά στη διατήρηση και ισορροπία του κύκλου του Ο2.
Δάσος και ρύπανση της ατμόσφαιρας
Με την αλόγιστη βιομηχανική ανάπτυξη και κυρίως με τη χρήση υγρών και στερεών καυσίμων σαν πηγή ενέργειας αλλά και με άλλες βιομηχανικές διεργασίες εκλύονται κάθε χρόνο δισεκατομμύρια τόνοι επιβλαβών ουσιών που διοχετεύονται στον αέρα, το νερό και το έδαφος με αποτέλεσμα τη ρύπανση τους, τη μείωση της γεωργικής και δασικής παραγωγής, την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και θέτουν ακόμα το ερώτημα της επιβίωσης του ανθρώπινου γένους. Κάθε χρόνο η ατμόσφαιρα δέχεται περίπου 2.10 τόνους αερολυμάτων υπό μορφή στερεών τεμαχιδίων και αερίων.
Το δάσος πρέπει να το δούμε με μια διπλή υπόσταση σε ότι αφορά τη συμπεριφορά του απέναντι στα αερολύματα.
- το δάσος σαν βιολογικό φράγμα απέναντι στους ρυπαντές και σαν παράγοντα απορρύπανσης.
- Το δάσος κάτω από την επίδραση των αερολυμάτων.
Το δάσος σαν παράγοντας απορρύπανσης επιδρά κατά δύο τρόπους:
- Με φυσικό - μηχανικά μέσα. Συγκρατώντας τα στερεά σωματίδια (σκόνη) στην επιφάνεια των φύλλων, των κλαδιών και τον φλοιό των δέντρων, θάμνων και χόρτων του δάσους. Υπολογίζεται ότι ένα εκτάριο δάσους πεύκης μπορεί να συγκρατήσει μέχρι 32 τόνους και της οξιάς 64 τόνους!!! Έτσι δρα σαν ένα τεράστιο φίλτρο απαλλάσσοντας την ατμόσφαιρα από αιωρούμενα στερεά σωματίδια. Επίσης μειώνοντας την ταχύτητα του ανέμου αναγκάζει τα στερεά σωματίδια σε καθίζηση. Επειδή η επιφάνεια της κομοστέγης του δάσους κατά τη διάρκεια της νύχτας ψύχεται περισσότερο από ότι η επιφάνεια του εδάφους, δημιουργούνται καθοδικά ρεύματα αέρα με συνέπεια να έρχονται μάζες αέρος, από υψηλότερα στρώματα απαλλαγμένες από αερολύματα, οι οποίες αναμιγνύονται με τις κατώτερες μάζες του μολυσμένου αέρα με αποτέλεσμα τη μείωση της πυκνότητας συγκέντρωσης των ουσιών αυτών. Επίσης σε κοιλάδες εμποδίζει την αναστροφή των θερμοκρασιών και αποτρέπει τον εγκλωβισμό αερίων μαζών και τη δημιουργία «νέφους».
- Το δάσος επίσης επιδρά βιοχημικώς απορρυπαίνοντας την ατμόσφαιρα μέσω του μεταβολισμού των δέντρων και άλλων χλωροφυλλούχων φυτών. Επίσης ένα μέρος του S02 καθώς και άλλων οξειδίων προσροφώνται και συγκρατούνται από τα φύλλα και τις βελόνες των δέντρων επενεργώντας έτσι απορρυπαντικά.
Το δάσος όμως υπόκειται σε σοβαρές ζημιές από τις συγκεντρώσεις οξειδίων του θείου, αζώτου, φθορίου και λοιπά, οι οποίες είναι ακόμα ακίνδυνες για τον άνθρωπο. Τα πιο ευαίσθητα φυτά είναι οι λειχήνες. Από τα δασικά είδη τη μεγαλύτερη ευπάθεια έχουν τα κωνοφόρα με τις πολυετείς βελόνες και ιδιαίτερα η ελάτη, ερυθρελάτη και ψευδοτσούγκα και τη μικρότερη τα φυλλοβόλα είδη. Τα τελευταία χρόνια η μάστιγα της όξινης βροχής απειλεί με αφανισμό πολλά δάση των βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών όπως της Β. Αμερικής, του Καναδά, της Κεντρικής και Β. Ευρώπης. Στην Τσεχοσλοβακία έχουν καταστραφεί ήδη 100.000 ha δάση ερυθρελάτης στην περιοχή της Βοημίας και αν δεν παρθούν μέτρα, θα έχουν καταστραφεί στη χώρα αυτή πάνω από 800.0000 ha δηλαδή το 1/5 του συνόλου των δασών της.
Η Επίδραση του δάσους στην κίνηση του ατμοσφαιρικού αέρα
Το δάσος επιδρά ως εμπόδιο στην κίνηση του αέρα και μπορεί να μεταβάλλει την ταχύτητα, την κατεύθυνση καθώς και τη δομή των ανέμων τόσο στο εσωτερικό του όσο και στη γυμνή επιφάνεια που βρίσκεται κοντά στο δάσος.
Η μείωση της ταχύτητας του ανέμου μέσα στο δάσος οφείλεται από το ένα μέρος στο γεγονός ότι η μάζα του αέρα που προσκρούει στα κράσπεδα δεν μπορεί να περάσει όλη μέσα από αυτά και από το άλλο μέρος στην αντίσταση που προβάλλουν οι κορμοί και τα κλαδιά των δέντρων στην κίνηση του αέρα. Έτσι η ταχύτητα του ανέμου μειώνεται προοδευτικά από τα κράσπεδα προς το εσωτερικό των συστάδων.
Η επίδραση του δάσους εξαρτάται από το δασοπονικό είδος, από τη δομή και από την κατάσταση των κρασπέδων. Πολυόροφες συστάδες με μέτρια κλειστά ή ελαφρώς χαλαρά κράσπεδα ασκούν την ευνοϊκότερη επίδραση. Τελείως κλειστά κράσπεδα εκτρέπουν τον άνεμο προς τα επάνω χωρίς να μειώνουν ουσιαστικά την κινητική του ενέργεια.
Κλειστά ή ελαφρώς χαλαρά κράσπεδα επιτρέπουν το πέρασμα σ' ένα μέρος του αέρα που κινείται μέσα στο δάσος. Με την αντίσταση όμως που προβάλλεται από τους κορμούς των δέντρων και από τα κλαδιά των ατόμων του μεσόροφου και υπόροφου μειώνεται σημαντικά, μέχρι εκμηδενισμού, η κινητική ενέργεια του ανέμου.
Η μείωση της ταχύτητας του ανέμου κοντά στην κρασπεδική ζώνη μπορεί να αποδοθεί σύμφωνα με τον Fleming (1964) με μια εκθετική συνάρτηση. Έτσι η ταχύτητα του ανέμου σ' ένα ορισμένο σημείο της κρασπεδικής ζώνης μπορεί να υπολογισθεί με μία εξίσωση.
Επειδή η αντίσταση που προβάλλεται στην περιοχή της κόμης, των κορμών και της παρεδαφιαίας βλάστησης είναι διαφορετική και μάλιστα μεγαλύτερη στην περιοχή των κορμών, η ταχύτητα του ανέμου μέσα στο δάσος μεταβάλλεται κατακόρυφα με το ύψος.
Η επίδραση του δάσους στην ταχύτητα των ανέμων έχει σημασία όχι μόνο για τη διατήρηση ενός εξισορροπημένου ενδοδασικού κλίματος αλλά και για τις γεωργικές καλλιέργειες που βρίσκονται κοντά στο υπήνεμο κράσπεδο του δάσους.
Η επίδραση των αντιανεμικών φρακτών εξαρτάται από τη δομή τους, την πυκνότητα, το ύψος τους και τη γωνία πρόσπτωσης των ανέμων που πνέουν στην περιοχή. Πυκνοί αντιανεμικοί φράκτες εκτρέπουν τον άνεμο προς τα επάνω χωρίς να μειώνουν σημαντικά την κινητική του ενέργεια. Μετρίως πυκνοί αντιανεμικοί φράκτες ασκούν την ευνοϊκότερη επίδραση. Επιτρέποντας το πέρασμα του ανέμου μέσα από τα διάκενα τους μειώνουν με την τριβή που προκαλείται, την κινητική ενέργεια του ανέμου.
Χαλαροί αντιανεμικοί φράκτες(πυκνότητα 50%) ασκούν τη μικρότερη επίδραση. Επιτρέπουν το πέρασμα σημαντικού μέρους του αέρα που κινείται και δεν μειώνουν σημαντικά την ταχύτητα των ανέμων, οι οποίοι επαναποκτούν την αρχική τους ταχύτητα σε απόσταση 15-20 φορές μεγαλύτερη από το ύψος των δέντρων. Χοντρικά και κατά μέσο όρο μπορούμε να δεκτούμε ότι η προστατευτική επίδραση των αντιανεμικών φρακτών, απέναντι στους ανέμους που προσπίπτουν κάθετα σ' αυτούς, ανέρχεται στο διπλάσιο ύψος των δέντρων προς την προσήνεμη πλευρά και στο δεκαπενταπλάσιο προς την υπήνεμη. Συνεπώς για την προστασία μιας εκτεταμένης περιοχής απαιτείται η ίδρυση από περισσότερους, παράλληλους αντιανεμικούς φράκτες, που να διατίθενται κάθετα προς τη φορά των επικίνδυνων ανέμων που επικρατούν στην περιοχή. Η απόσταση μεταξύ των αντιανεμικών φρακτών εξαρτάται από το ύψος των δέντρων και τη δομή των φρακτών και από την ένταση των ανέμων που πνέουν στην περιοχή.
Η επίδραση των αντιανεμικών φρακτών μπορεί να είναι ευνοϊκή ή δυσμενής. Η ευνοϊκή επίδραση συνίσταται στην αύξηση της υγρασίας του αέρα και του εδάφους, στη μείωση της διαπνοής, στην αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα και στη μείωση της αιολικής διάβρωσης.
Η δυσμενής επίδραση συνίσταται στον ανταγωνισμό των ριζών των δέντρων με τα φυτά που καλλιεργούνται, στη σκίαση, ιδιαίτερα όταν οι λωρίδες έχουν διάταξη από Α-Δ και κατά τις ξάστερες νύχτες συσσωρεύονται μεταξύ των λωρίδων ψυχρές μάζες αέρα.
Κατάλληλα είδη για την ίδρυση αντιανεμικών φρακτών είναι τα βαθύριζα, ταχυαυξή, ανθεκτικά στους ανέμους και άλλες κακώσεις, εκείνα που διατηρούν το φύλλωμα τους κατά το δυνατό ολόκληρο το χρόνο, που εγκαθίστανται εύκολα και αποδίδουν κατά το δυνατό τεχνικό ξύλο δασοπονικά είδη. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ψευδακακία, η πεδινή φτελιά, η μαύρη λεύκη, η χνοώδης ποδισκοφόρος δρυς. Οι ευκάλυπτοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε συνδυασμό με υπόροφο από Tamarix. Καταναλίσκουν όμως πολύ νερό και πρέπει να αποφεύγεται η χρήση τους σε ξηρές περιοχές.
ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΣΟΥΣ ΣΤΟ ΚΛΙΜΑ
ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΣΟΥΣ ΣΤΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΕΡΑ
Το δάσος με την κομοστέγη του συγκρατεί ένα μεγάλο μέρος από την ηλιακή ακτινοβολία ενώ ταυτόχρονα παρεμποδίζει την διαφυγή γήινης ακτινοβολίας. Με αυτόν τον τρόπο ασκεί το δάσος μια εξισωτική επίδραση πάνω στις ακραίες θερμοκρασίες με τη μείωση των μέγιστων και την αύξηση των ελάχιστων θερμοκρασιών. Στις θερμές ημέρες του καλοκαιριού η θερμοκρασία μέσα στο δάσος μπορεί να είναι μικρότερη κατά 8-10 και πάνω βαθμούς Κελσίου έναντι της αντίστοιχης θερμοκρασίες στην ύπαιθρο. Κατακόρυφα η μεταβολή της θερμοκρασίας διαφέρει από την αντίστοιχη του υπαίθριου περιβάλλοντος. Ενώ στο υπαίθριο περιβάλλον η θερμοκρασία μειώνεται προοδευτικά με το ύψος, στο δάσος αντίθετα έχουμε μια αναστροφή των θερμοκρασιών.
ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΣΟΥΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΒΡΟΧΕΣ
Τα δάση βρίσκονται συνήθως σε περιοχές με άφθονες σχετικά βροχοπτώσεις. Το γεγονός αυτό οδήγησε συχνά στη διατύπωση υποθέσεων ότι το δάσος προκαλεί αύξηση του ύψους βροχής. Οι έρευνες όμως που έγιναν πάνω σε αυτό απέδειξαν ότι οι υποθέσεις αυτές δεν ευσταθούν. Το δάσος επηρεάζει πολύ λίγο ή και καθόλου το ύψος της βροχής που πέφτει στην επιφάνεια που καταλαμβάνεται από αυτό. Μια μικρή αύξηση που ανέρχεται μέχρι 6% παρατηρείται σε περιοχές που δέχονται βροχές ανάγλυφου. Η μικρή αυτή αύξηση οφείλεται πιθανόν στην παρεμπόδιση της κίνησης των ανέμων από το δάσος, οι οποίοι αναγκάζονται να ανέβουν υψηλότερα με αποτέλεσμα την υγροποίηση των υδρατμών λόγω ψύξης και την δημιουργία βροχών. Συνεπώς το δάσος δεν είναι αίτιο αλλά το αποτέλεσμα των βροχοπτώσεων. Υπάρχει δάσος γιατί υπάρχουν βροχοπτώσεις.
Σημαντική ωστόσο είναι η αύξηση της βροχοομίχλης, ιδιαίτερα σε δάση κωνοφόρων. Όταν η υγρασία του αέρα είναι πολύ μεγάλη ή έχει σχηματισθεί ομίχλη επειδή η θερμοκρασία των βελονών και των φύλλων είναι συνήθως μικρότερη από εκείνη της ατμόσφαιρας, οι υδρατμοί που έρχονται σε επαφή μαζί τους υγροποιούνται και κάθονται πάνω στα φύλλα και τις βελόνες. Όταν κορεστεί η ικανότητα συγκράτησης των βελονών ή των φύλλων αρχίζει η απόσπαση σταγόνων από αυτά και η πτώση τους στο έδαφος σαν βροχή .Το φαινόμενο αυτό καλείται βροχοομίχλη. Το νερό που σχηματίζεται με αυτό τον τρόπο μπορεί μερικές φορές να φτάσει και να ξεπεράσει το ετήσιο ύψος βροχής .Στα δάση της Βαυαρίας το ποσοστό της βροχοομίχλης σε σχέση με τα συνολικά κατακρημνίσματα φτάνει μέχρι το 70%.Οι βροχοομίχλες Έχουν μεγάλη σημασία για το υδατικό ισοζύγιο του δάσους γιατί ένα μεγάλο μέρος των κατακριμνησμάτων που πέφτουν σαν βροχές ή χιόνια κρατούνται από την κομοστέγη και χάνονται
.Εάν όμως το δάσος δεν επηρεάζει το ύψος της βροχής, επειδή παρεμβάλλεται μεταξύ της ατμόσφαιρας και του εδάφους ασκεί σημαντική επίδραση στα νερά που πέφτουν πάνω σ' αυτό και στην απορροή τους.
Είναι παραδεκτό ότι το δάσος μειώνει τη μέση ετήσια απορροή κατά 10-20%, επιδρά όμως ρυθμιστικά πάνω στα «πλημμυρικά ύδατα» και προκαλεί σοβαρή μείωση των πλημμυρικών αιχμών κατά 50-60%. Το φύλλωμα, ο χούμος, η παρεδαφιαία βλάστηση και οι κορμοί δέντρων και θάμνων παρεμποδίζουν και επιβραδύνουν την κίνηση του νερού αναγκάζοντας το ή δίνοντας του το χρόνο να διηθηθεί μέσα στο έδαφος. Εδώ είναι που υπερτερεί το δάσος απέναντι σε όλα τα άλλα χερσαία οικοσυστήματα γιατί το έδαφος του που είναι διασωληνωμένο από τις ρίζες και τις στοές των σκωλήκων, εντόμων, ποντικιών και άλλων ζώων παρουσιάζει το μεγαλύτερο πορώδες και τη μεγαλύτερη ταχύτητα διήθησης. Έτσι το δασικό έδαφος μέχρι του κορεσμού του με νερό μπορεί να συγκρατήσει τεράστιες ποσότητες νερού. Για παράδειγμα σε ένα εκτάριο δάσους το δασικό έδαφος βάθους 0,5m με ένα πορώδες 57,5%, στην υγρασία των 28,3% μπορεί να συγκρατήσει 1.460 κ. μ. νερού που ισοδυναμούν με 146mm βροχής. Έτσι το δάσος δρα σαν μια ρυθμιστική δεξαμενή αποταμιεύοντας νερό κατά τη διάρκεια των βροχών μειώνοντας ταυτόχρονα τις πλημμυρικές αιχμές μέχρι 50-70% και αποδίδοντας νερό κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου. Η ιδιότητα αυτή έχει τεράστια σημασία τόσο για την υδατική οικονομία του ίδιου του δασικού οικοσυστήματος όσο και για τα γειτονικά επηρεαζόμενα από το δάσος οικοσυστήματα.
Πέρα όμως από την ρυθμιστική του επίδραση στην απορροή του νερού, το δάσος με το έδαφος του, δρα σαν ένα φυσικό φίλτρο και βελτιώνει σημαντικά την ποιότητα του νερού που απορρέει από αυτό.
Σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες υπάρχει μια έντονη κρίση πόσιμου νερού. Υπάρχουν χώρες που πνίγονται μέσα στο νερό όπως η Ολλανδία ,αλλά δεν έχουν νερό να πιούνε .Αυτό οφείλεται στη ρύπανση των αποθεμάτων γλυκών νερών των ποταμών και λιμνών αλλά και στην ρύπανση και μόλυνση των υπόγειων υδάτων από την αλόγιστη χρήση χημικών ουσιών -εντομοκτόνα ,ζιζανιοκτόνα ,μυκητοκτόνα, λιπάσματα κ.ά - από την γεωργία. Έτσι σήμερα τα μόνο νερά που μπορούν να αποδοθούν σε άμεση αστική χρήση χωρίς πολυδάπανη επεξεργασία είναι τα νερά που προέρχονται από πηγές δασών. Το νερό που περνάει και φιλτράρεται από το έδαφος του δάσους είναι ποιοτικά ανώτερο από εκείνο που προέρχεται από ακάλυπτες ή γεωργικές εκτάσεις από κάθε άποψη - οργανοληπτική , φυσικοχημική , ραδιενεργό και βακτηριολογική-.
Από οργανοληπτική άποψη η βελτίωση του νερού που προέρχεται από δάσος, συνίσταται στην καλύτερη διαύγεια, την καλύτερη γεύση, την εξαφάνιση οσμής (άοσμο) , στην έλλειψη χρώματος .Από χημική άποψη το νερό που προέρχεται από δάσος έχει ευνοϊκότερη αντίδραση ph, μειωμένη συγκέντρωση αμμωνιακών και νιτρικών αλάτων και μια περιεκτικότητα μεγαλύτερη σε ωφέλιμα ιόντα ορυκτών ουσιών.
Ιδιαίτερα ευνοϊκή επίδραση στην ποιότητα του νερού ασκούν τα δάση οξιάς. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κατά την αποσύνθεση της φυλλάδας της οξιάς δημιουργούνται χημικές ουσίες που δεν επηρεάζουν την ποιότητα του νερού. Για αυτό τα δάση οξιάς είναι τα κατά εξοχήν κατάλληλα για δημιουργία αποθεμάτων πόσιμου νερού.
Η δυνατότητα μικροβιολογικού , χημικού και φυσικού φιλτραρίσματος του νερού μέσα από το δασικό έδαφος είναι τεράστια. Αυτό εξηγείται από τις παρακάτω ιδιότητες του δασικού εδάφους. Μεγάλο πορώδες , αυξημένη υδατοδιαπερατότητα, ευνοϊκός αερισμός που ευνοεί τη δραστηριότητα των μικροοργανισμών, αφθονία σε ορυκτά συστατικά που βρίσκονται σε κατάσταση κολλοειδών. Κατά συνέπεια η βιολογική δραστηριότητα στα δασικά εδάφη είναι εξαιρετικά μεγάλη. Γι αυτό στο μέλλον όλο και περισσότερα δάση θα χρησιμοποιούνται σαν μέσα απορρύπανσης και αντιμικροβιολογικά φίλτρα για τα νερά των πηγών.
Στην δεκαετία του '70 & '80 είχε τεθεί το πρόβλημα της χρησιμοποίησης των δασικών εδαφών σαν μέσο ανακύκλωσης του νερού των πόλεων. Στο Ισραήλ και σε άλλες χώρες παροχετεύονται τα αστικά λύματα σε δασικές φυτείες με τριπλό επίτευγμα. Την άρδευση των φυτειών, τη λίπανση και το φιλτράρισμα του νερού. Απαιτούνται όμως προσεκτικές έρευνες στο θέμα αυτό γιατί περιαστικά δάση εξυπηρετούν πολλούς άλλους σκοπούς και δεν πρέπει να εκτεθούν σε πιθανούς κινδύνους μόλυνσης επικίνδυνης για τους επισκέπτες.
ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ
- ΠΡΟΝΤΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ
- ΣΤΑΜΠΟΥΛΗ ΔΗΜΗΤΡΑ
- ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΣΟΦΙΑ
- ΤΟΥΤΟΥΝΙΔΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
- ΤΣΑΒΔΑΡΙΔΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ
- ΧΑΡΤΟΜΑΤΣΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου